Απώλεια Νίκου Ζία

Αθήνα, 18 Οκτωβρίου 2020

Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΕΙΤ πληροφορήθηκε με ιδιαίτερη θλίψη τον θάνατο του Νίκου Ζία, Ομότιμου Καθηγητή Ιστορίας της Τέχνης στο ΕΚΠΑ.
Ο Νίκος Ζίας υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Ιστορικών Τέχνης και διετέλεσε μέλος του ΔΣ (2003-2007) καθώς και αντιπρόεδρος (2010-2013).
Εκφράζουμε τα θερμά μας συλλυπητήρια στους συγγενείς και τους οικείους του εκλιπόντος.

Το ΔΣ της ΕΕΙΤ

 


Νίκος Ζίας, 1939-2020

Ο Νίκος Ζίας γεννήθηκε το 1939 στην Τρίπολη, ωστόσο η καταγωγή του ήταν από τη Μακεδονία. Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του στην Αρχαιολογική Υπηρεσία εργαζόμενος από το 1962, στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο της Αθήνας, ενώ το 1964 ήταν μεταξύ των συντελεστών της ιστορικής έκθεσης «Βυζαντινή Τέχνη – Τέχνη Ευρωπαϊκή», που διοργανώθηκε στο Ζάππειο Μέγαρο με τη συνδρομή του Συμβουλίου της Ευρώπης. Το 1965, ως συνεργάτης του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου, βρέθηκε στην Καστοριά, προκειμένου να συλλέξει και να καταγράψει σημαντικό αριθμό βυζαντινών εικόνων. Την ίδια περίοδο ξεκίνησε να ασχολείται και με την κριτική και την ιστορία της τέχνης. Υπήρξε συνεργάτης των περιοδικών Νέα Εστία και Ζυγός, δημοσιεύοντας επιστημονικά άρθρα, εργάστηκε δε ως τεχνοκρίτης στην εφημερίδα Μεσημβρινή μέχρι και την κατάλυση του πολιτεύματος από τη Δικτατορία της 21ης Απριλίου.

Το 1966 διορίστηκε επιμελητής αρχαιοτήτων. Υπηρέτησε αρχικά στην Εφορεία Νεωτέρων Μνημείων και κατόπιν στον Μυστρά. Το 1969 ανέλαβε την 4η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων (Νήσων Αιγαίου Πελάγους). Από τη θέση αυτή επιμελήθηκε, μάλιστα, την Έκθεση Μεταβυζαντινής και Νεοελληνικής Τέχνης της συλλογής του Ιδρύματος Τήνου. Έπειτα, βρέθηκε στην Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Πατρών (1972-1977), εργασία η οποία του πρόσφερε τη δυνατότητα να μελετήσει την τέχνη της Επτανησιακής Σχολής. Το 1977 μετατέθηκε στην Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού, και το 1987 έγινε προϊστάμενος της Διεύθυνσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων.

Διετέλεσε επί σειρά ετών μέλος του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, του Κεντρικού Συμβουλίου Νεωτέρων Μνημείων, του Δ.Σ. της Εθνικής Πινακοθήκης και άλλων σημαντικών επιτροπών. Υπήρξε, επίσης, πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κέντρου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων, από τη σύστασή του το 1997 έως το 2015, συμβάλλοντας τα μέγιστα στην προβολή του βυζαντινού πολιτισμού εκτός Ελλάδας, σε χώρες οι οποίες έχουν στην επικράτειά τους βυζαντινά και μεταβυζαντινά μνημεία.

Πέραν της πολυετούς εργασίας του στην Αρχαιολογική Υπηρεσία, ανέπτυξε πλούσιο διδακτικό και ακαδημαϊκό έργο. Δίδαξε Ιστορία της Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Τέχνης και Μνημειακή Τοπογραφία στη Σχολή Ξεναγών (1970-1983). Το 1986 αναγορεύτηκε διδάκτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το θέμα της διατριβής του ήταν «Η Κοσμική Ζωγραφική του Φώτη Κόντογλου». Η ενασχόλησή του με το έργο του Κόντογλου συνεχίστηκε συστηματικά και αργότερα, καθιστώντας τον έναν από τους σημαντικότερους μελετητές του έργου του. Ο Ζίας επιμελήθηκε, μάλιστα, τις αναδρομικές εκθέσεις του Κόντογλου στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων (1983-84) και στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης (1986), ενώ το 1991 κυκλοφόρησε από την Εμπορική Τράπεζα η μονογραφία του Φώτης Κόντογλου, ζωγράφος στην ελληνική και την αγγλική γλώσσα. Έγραψε, μεταξύ άλλων, τα βιβλία Η Ελλάδα του Γ. Μανουσάκη (Αθήνα 1993) και Νίκος Εγγονόπουλος, ο βυζαντινός (Αθήνα 2001), καθώς και πλήθος μελετών και άρθρων για τη βυζαντινή και τη νεοελληνική τέχνη. Από το 1985 και για πολλά χρόνια, υπήρξε συνεργάτης της εφημερίδας Το Βήμα, αρθρογραφώντας κατά κύριο λόγο για την νεότερη τέχνη. Το 1988 εξελέγη Επίκουρος Καθηγητής Ιστορίας της Τέχνης στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και ακολούθως Αναπληρωτής και τακτικός καθηγητής. Το 1998 αποχώρησε από το Υπουργείο Πολιτισμού, επιλέγοντας τη θέση του πανεπιστημιακού δασκάλου. Συνταξιοδοτήθηκε από το Πανεπιστήμιο Αθηνών το 2006, οπότε και ομόφωνα ανακηρύχθηκε Ομότιμος Καθηγητής.

Ήταν ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Ιστορικών Τέχνης και διετέλεσε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της (2003-2007) καθώς και αντιπρόεδρος (2010-2013).